Thursday 28 May 2009

ΟΧΙ ΣΤΗΝ Ε.Ε.



ΨΗΦΟ ΣΤΟ ΚΚΕ - ΕΞΩ Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΠΟ ΤΗΝ Ε.Ε.

Sunday 15 March 2009

Ρώσσικες στρατιωτικές βάσεις στην Ελλάδα: Μια πράξη εξαιρετικής στρατηγικής σημασίας

Σύμφωνα με τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις, προερχόμενες μάλιστα από τις υπηρεσίες ασφαλείας των Η.Π.Α., οι τελευταίες θα τηρούν στάτους "πρώτης μεγάλης δύναμης μεταξύ άλλων ίσων" μέχρι το 2025. Σε λιγότερο αισιόδοξα για αυτές σενάρια, προερχόμενα από αντίστοιχους φορείς άλλων χωρών,ούτε καν αυτό.
Με αυτό το δεδομένο, οι Ηνωμένες Πολιτείες, όσο περνά καιρός, όλο και θα βρίσκονται μακρύτερα από τα ελληνικά συμφέροντα.

Θωρώντας εντός ενός τέτοιου χρονικού πλαισίου, η Ελλάδα οφείλει να αρχίσει να προσαρμόζεται στις μελλοντικές συνθήκες, ώστε να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της.
Μία τέτοια πράξη προς την κατεύθυνση αυτή θα ήταν το κάλεσμα προς την Ρωσσία ( και δευτερευόντως, γιατί όχι, προς την Κίνα ) για εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων στην επικράτειά της. Η κίνηση αυτή θα ενισχύσει ουσιαστικά τον αποτρεπτικό χαρακτήρα του αμυντικού δόγματος της χώρας, που αντιμετωπίζει μια ιδιαίτερα δυναμική εξ Ανατολών πρόκληση.

Monday 2 March 2009

Ποιοι είναι οι Ρώσσοι


Εξαιρετικό άρθρο του Μιχαήλ Κουζνέτσοφ για τον μεγάλο Ρωσσικό λαό. Σας το προτείνουμε ανεπιφύλακτα!

http://www.russian-victories.ru/russians.htm


СВЯТАЯ РУСЬ
НАША ЛЮБИМАЯ ЗЕМЛЯ
САМАЯ ЛУЧШАЯ СТРАНА В МИРЕ

Sunday 22 February 2009

Aναγνώριση της Νότιας Οσσετίας και της Αμπκχαζίας από την Ελλάδα ΤΩΡΑ!

Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να προβεί σε τολμηρές επιλογές στην εξωτερική πολιτική της. Και μια από αυτές μπορεί και πρέπει να είναι η αναγνώριση της ανεξαρτησίας της Νότιας Οσσετίας και της Αμπκχαζίας, που προ λίγων μηνών απέκτησαν την ελευθερία τις από την ανελέητη δικτατορία του "χιτλερίσκου" του Καυκάσου, Σαακασβίλι, με την συνδρομή μέσων της Ρωσσικής Ομοσπονδίας.
Μια τέτοια ενέργεια, θα επέδειχνε την άμεση κατανόηση της ελληνικής πλευράς στον πρωταγωνιστικό ρόλο της Ρωσσίας στην περιοχή του Καυκάσου, ενώ θα απαξίωνε παράλληλα τις αντίστοιχες τούρκικες φιλοδοξίες για την περιοχή.

Thursday 12 February 2009

Κατάφωρος δωσιλογισμός: Τάκης Μίχας




http://www.youtube.com/watch?v=RJRZhtAp6ZU&feature=related

από συνέντευξή του σε Ολλανδικό κανάλι


Περισσότερα στοιχεία για τον εν λόγω κύριο που μάχεται ενεργά εδώ και δεκαετίες ενάντια στην πατρίδα μας μπορείτε να βρείτε στις εξής ιστοσελίδες:


http://e-rooster.gr/author/%CF%84%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82


http://tmichas.wordpress.com/

Saturday 31 January 2009

Ελλάδα:Για μια ακόμα φορά άβουλος παίκτης του διεθνούς συστήματος

Την ώρα που ο τούρκος Πρωθυπουργός, στο Νταβός, ξεσάλωνε κατά της ισραηλινής επιχείρησης εξουδετέρωσης της ισλαμοφασιστικής Χαμάς και τις αμέσως επόμενες ώρες προβάλλονταν εικόνες Αράβων της Λωρίδας της Γάζας να κρατούν φωτογραφίες του Ερντογκάν, η κενότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής έκανε έντονα αισθητή την παρουσία της.

Αντί η ηγεσία του ελληνικού κράτους να αδράξει την ευκαιρία να καταγγείλει την τουρκική υποστήριξη στην ισλαμική τρομοκρατία, προερχόμενη μάλιστα από τόσο υψηλό πολιτικό επίπεδο, ανοίγοντας παράλληλα δρόμο στρατηγικής συμμαχίας με το Ισραήλ προς αντιμετώπιση ομόρριζων εχθρών, προτίμησε ακόμα μια φορά να προχωρήσει σε επιδείξη σιωπηλής στήριξης στην ισλαμιστική κυβέρνηση της γείτονος χώρας.

Πρέπει να αντιληφθεί επιτέλους, λαός και ηγεσία της Ελλάδας, ότι οι Άραβες πέριξ και εντός του Ισραήλ δεν είναι επουδενί σύμμαχοί μας.Αντιθέτως, είναι πιστοί σύμμαχοι της ισλαμιστικής κυβέρνησης της Τουρκίας. Από την άλλη, το Ισραήλ, ενώ έχει προσφέρει πολλές φορές στην χώρα μας τις αφορμές για το ξεκίνημα μιας γόνιμης διακρατικής συμμαχίας σε διπλωματικο-στρατιωτικούς τομείς, οι ελληνικές ηγεσίες μέχρι τώρα, είτε συνεργάστηκαν πολύ περιορισμένα και απρόθυμα, είτε έπραξαν και αρνητικά.

Δυστυχώς, η νυν ελληνική διακυβέρνηση, καθώς και μια μελλοντικά πιθανή υπό την ηγεσία του Γ.Α.Π., χωρίς ίχνος διεθνοσχεσικού ρεαλισμού, λειτουργούν καταστρεπτικά για το μέλλον της χώρας μας...

Ένας χρόνος χωρίς τον αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο


Μεγάλο το κενό που μας άφησε ο θάνατος του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Η απώλεια υπήρξε μεγάλη και για το έθνος αλλά και για ολόκληρη την Ορθοδοξία που έχασε ένα λαμπρό ηγέτη της. Η επιστροφή στην παράδοση του τόπου, ο εκτοπισμός των δυτικόδουλων που λυμαίνονται καιρό τώρα την χώρα και μια πραγματική Ελληνική παιδεία ως εγγύηση του μέλλοντος για την ελληνική νεολαία, είναι επίκαιρα σήμερα όσο ποτέ άλλοτε. Αυτές ήτανε οι αξίες για τις οποίες πάλεψε ο πολυαγαπημένος μας αρχιεπίσκοπος. Αιωνία του η μνήμη!


στην φωτ. Ο Χριστόδουλος μαζί με τον Πατριάρχη Αλέξιο. Και οι δύο απεβίωσαν το 2008.


Thursday 22 January 2009

Φτάνει στο τέλος της η «ειδική σχέση» Ισραήλ – Αμερικής;


Άρθρο του Αμερικανού Justin Raimondo



Ο Τζάστιν Ρέιμοντο ανήκει σε αυτούς που θεωρούνε ότι η σχέση των ΗΠΑ με το Ισραήλ, πλέον, έχει αρχίσει να βλάπτει τις ίδιες τις ΗΠΑ και τα συμφέροντά τις. Έτσι, και με βάση την φιλελεύθερη πολιτική παράδοση η οποία αντιτίθεται στην σιωνιστική πολιτική του κράτους του Ισραήλ, ο Ρέιμοντο θεωρεί ότι η χώρα του πρέπει να επαναξιολογήσει την φιλο-ισραηλινή της στάση και να προσεγγίσει ξανά τα αραβικά κράτη. Κάτι τέτοιο δεν είναι διόλου απίθανο. Όμως, φυσικά, και το Ισραήλ από μέρους του θα πρέπει να προβεί και αυτό σε νέες συμμαχίες, έτσι ώστε να διαφυλάξει τα συμφέροντά του και, εν τέλει, την ίδια του την ύπαρξη. Ο 21ος αιώνας μας επιφυλάσσει αναμφισβήτητα αρκετές εκπλήξεις.



Ο ρόλος που διαδραματίστηκε από το Ισραήλ, ως ο καταλύτης του πολέμου στη Μέση Ανατολή, σχολιάστηκε προχθές από τον David Sanger της New York Times, υπογραμμίζοντας, επίσης, την σημασία της πρόσφατης απαίτησης από το Ισραήλ πιο αποτελεσματικών βομβών που παράγονται στις ΗΠΑ, καθώς επίσης και άδεια εισόδου πτήσεων στον Ιρακινό εναέριο χώρο σε περίπτωση πολεμικής σύρραξης με το Ιράν. Και τα δύο αιτήματα απορρίφτηκαν.


Από τότε, έχει κορυφωθεί η ένταση μεταξύ των δυο χωρών. Το πρώτο δημόσιο ξέσπασμα αυτής της έντασης σχετιζόταν με την απόφαση ψηφίσματος του ΟΗΕ, όταν ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός Ehud Olmert, περηφανευόταν στον κόσμο για τον τρόπο που μίλησε στον Πρόεδρο των ΗΠΑ, και την απαίτησή του για αποχή της Αμερικής από την ψήφο του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αν και οι ΗΠΑ δεν αποκάλεσαν ανοιχτά ψεύτη τον Olmert, με τη στάση τις αρνήθηκαν να επιβεβαιώσουν το περιστατικό και ο εκπρόσωπος τύπου του State Department κατσάδιασε το Ισραήλ. «Τα σχόλια του Olmert», σχολίασε, «είναι απολύτως ανακριβή, 100%, παντελώς μη αληθή». Επίσης, συμβούλευσε την Ισραηλινή κυβέρνηση να ανακαλέσει.


Πνέει πραγματικά τα λοίσθια η Αμερικανο-Ισραηλινή «ειδική σχέση»; Αν μη τι άλλο είναι αυτή μια συνηθισμένη αντίδραση αυτού του τόσο «αγαπημένου ζευγαριού»; Ως συνήθως, τα μικροκαυγαδάκια μεταξύ των δυο περιορίζονταν πίσω από κλειστές πόρτες. Ο εν λόγω όμως διαξιφισμός διεξήχθη ανοιχτά στη διεθνή σκηνή και μια τέτοια συμπεριφορά δεν μπορεί παρά να είναι εξαιρετική. Δείχνει ότι συντελείται μια συνταρακτική αλλαγή της Αμερικάνικης πολιτικής, η οποία εξαναγκάζεται από τις παρούσες περιστάσεις, από την στάση του Ισραήλ, και γενικώς από την τελευταία όλο και πιο διογκωμένη ένταση, η οποία πάντα ήταν υπαρκτή, μεταξύ Ουάσιγκτον και Τελ Αβίβ.


Ο Matt Yglesias του Αμερικανικού Κέντρου Προόδου αποδοκίμασε την άξεστη συμπεριφορά του Olmert: «φαίνεται ότι το μόνο που κάνει είναι να γυρνά από δω και από κει κομπάζοντας για τα κατορθώματα του». Αν και αυτή η συμπεριφορά εμποδίζει, εν τέλει, την πραγματοποίηση των Ισραηλινών αιτημάτων, ο Yglesias έχει δίκιο: μας μαρτυράει πολλά. Μας μαρτυράει, ποιος έδινε συνήθως τις εντολές και ποιος ήταν ο εντολοδόχος.


Οι σχέσεις, όπως διαμορφώθηκαν κατά την διάρκεια της πρώτης, και αρκετής από τη δεύτερη, θητείας του Bush, πήραν μια ριζική τροπή στις τελευταίες μέρες της περιόδου Bush. Με την αποχώρηση των Νεοσυντηρητικών από τη διακυβέρνηση, σε κλίμα παταγώδους αποτυχίας, η απόκλιση των Αμερικανικών και των Ισραηλινών συμφερόντων έγινε δημοσίως γνωστή: κάτι τέτοιο, φυσικά, παλαιότερα ήτανε ακατόρθωτο να διακρίνει κανείς (πχ, η διευθέτηση της βίζας έδινε στους Ισραηλινούς απεριόριστα δικαιώματα διαμονής στις ΗΠΑ). Κάτι που δύσκολα περνά απαρατήρητο ήταν επίσης η σύλληψη δύο πολύ σπουδαίων αξιωματούχων του AIPAC, του Ισραηλινού λόμπυ. Και οι δυο τους είχαν κατηγορηθεί για κατασκοπεία, και ότι είχαν ως συνεργό τους τον Larry Fraklin, βετεράνο του μυστηριώδους «Office of Special Plans» του Douglas Feith, καθώς και έναν νεοσυντηρητικό της σχολής Ledeen. Ο Fraklin αποδείχθηκε ένοχος για κατασκοπεία και του δόθηκε ποινή 12 ετών, καθώς και η ευκαιρία για να κλέψει λίγο χρόνο, καταθέτοντας ως μάρτυρας στη δίκη κατά των δύο, του Steve Rosen (πρώην αρχιλομπύστα της AIPAC) και του Keith Weissman (ειδικός σε ζητήματα που αφορούν το Ιράν), οι οποίοι οδηγήθηκαν στην σύλληψη από δύο επιδρομές του FBI στα κεντρικά της AIPAC στην Ουάσιγκτον.


Φυσικά, στη δημόσια σκηνή όλα φαίνονται ακόμη μέλι-γάλα για τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, αλλά όταν έχουμε να κάνουμε με τον ζοφερό κόσμο της κατασκοπείας, οι ΗΠΑ προτίμησαν το μονοπάτι του πολέμου. Κοιτάξτε για παράδειγμα στην υπόθεση με τον Ben Ami Kadish. Έχουμε να κάνουμε με κάποιον κοντά στα ογδόντα του που με δυσκολία πλέον συμμετέχει στις συναντήσεις των εβραίων βετεράνων πολέμου, ο οποίος πρόσφατα οδηγήθηκε στο δικαστήριο και κατηγορήθηκε για κατασκοπεία, όπως και οι υπόλοιποι κατάσκοποι, για το Ισραήλ, που στρατολογήσανε και τον Jonathan Pollard. Παρεμπιπτόντως, ο Pollard θεωρείται ήρωας στο Ισραήλ, και μάλιστα υπάρχει και κάποιο μνημείο αφιερωμένο σε αυτόν, ή αν δεν κάνω λάθος, κάποιος δρόμος πήρε το όνομά του. Όπως και να ‘χει, η εκστρατεία για την απελευθέρωσή του συνεχίζεται: αυτή είναι μια πάγια απαίτηση της Ισραηλινής κυβέρνησης, που ωστόσο δεν έχει πραγματοποιηθεί.


Όπως αρκετοί παρατήρησαν, ωστόσο, ο Bush έδωσε χάρη σε έναν άλλο αξιοσέβαστο Ισραηλινό ήρωα (μετά τον θάνατό του), τον Charles Winters, έναν Αμερικανό πολίτη, που καταδικάστηκε το 1948 για την παραβίαση του συμφώνου Ουδετερότητας σχετικά με την προμήθεια όπλων από τις ΗΠΑ στην Παλαιστίνη, όπου οι δυνάμεις του Irgun και Haganah μάχονταν ενάντια στους Βρετανούς και τους Άραβες.


Αυτό όμως δεν είναι αρκετό για να ικανοποιήσει το Τελ Αβίβ. Το ζήτημα του Ιράν, καθώς και το ζήτημα του Κόλπου που έχει δημιουργήσει χάσμα ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ισραήλ, όλο και θα μεγαλώνει: αυτό συμβαίνει, διότι τα συμφέροντα των ΗΠΑ συγκρούονται όλο και πιο πολύ με τα συμφέροντα του Ισραήλ. Η αρχή έγινε με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και επιδεινώθηκε μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της Ενδεκάτης Σεπτεμβρίου.


Αν και στην αρχή κυριάρχησε το αίσθημα του «είμαστε όλοι Ισραηλινοί τώρα», όπως θριαμβολογούσε και ο Marty Peretz, αυτό δεν συνεχίστηκε και ούτε θα μπορούσε να συνεχιστεί, διότι οι σχέσεις των ΗΠΑ και του μουσουλμανικού κόσμου, και πιο συγκεκριμένα με τις αραβικές χώρες της Μέσης Ανατολής, από εκείνη τη στιγμή βρέθηκαν στο επίκεντρο. Στην πραγματικότητα οι Ισραηλινοί επισκιάστηκαν: ορκιστήκαμε να νικήσουμε και να καταστρέψουμε την al-Qaeda, αλλά αυτό δεν θα ήταν δυνατό χωρίς την βοήθεια των Αράβων. Στην μάχη ενάντια στον bin Laden, προβιβάσαμε την σημασία των Αράβων συμμάχων μας, σε βάρος του Ισραήλ.

Ενώ, φαινομενικά, οι ΗΠΑ εμφανίζονται να είναι στενά δεμένες με το Ισραήλ, οι δρόμοι τους παρεκκλίνουν όλο και πιο πολύ. Ο κλονισμός μεταξύ του Λευκού Οίκου (επί Bush) και των Ισραηλινών έχει επιταχυνθεί και με την αβεβαιότητα της αυριανής κυβέρνησης, όπου είναι αβέβαιο το τι θα φέρει η διαμάχη για την εξουσία μεταξύ των ρεαλιστών και λικουντνικών [Likud, κόμμα του Ισραήλ στα δεξιά του πολιτικού φάσματος].

Η επίθεση στη Γάζα βρήκε εντελώς απροετοίμαστο τον ΟΗΕ και αναζωπύρωσε τις εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ – Ισραήλ. Αυτό που σηματοδοτούνε τα γεγονότα στη Γάζα είναι μια στροφή για το Ισραήλ, ένα καθαρό σπάσιμο, από την προηγούμενη κατάσταση καθεστώτος δορυφόρου της Αμερικής στη Μέση Ανατολή. Ξεκάθαρα πλέον βαδίζουνε μόνοι τους, κηρύσσοντας έναν πόλεμο ολοκληρωτικής βίας προς όλους τους γείτονές τους. Οι επεκτατικές του βλέψεις του Ισραήλ έχουνε πάρει τελευταία τεράστιες διαστάσεις, όπως σημείωσε πρόσφατα και ο Seymour Hersh, στην αποκάλυψή του για τις δραστηριότητές του στο Κουρδιστάν. Επίσης το ότι οι πηγές του Hersh προέρχονταν μέσα από τις υπηρεσίες πληροφοριών και από κυβερνητικούς κύκλους μαρτυράει πολλά για την αυξανόμενη απόκλιση ΗΠΑ και Ισραήλ.

Τα γεγονότα μας δείχνουν μια δραματική κλιμάκωση, και η Γάζα είναι μόνο η αρχή. Μπορεί το Ισραήλ να ισχυρίζεται ότι αντιπροσωπεύει τη Δύση και ότι αξίζει την υποστήριξή μας, αλλά στην πραγματικότητα απομακρύνεται όλο και πιο πολύ από τη Δύση, και μοιάζει περισσότερο με ένα τυπικό δεσποτικό μεσανατολικό κράτος, κεκαλυμμένο με το μανδύα μιας υποτιθέμενης «δημοκρατίας». Η απαγόρευση των αραβικών κομμάτων, καθώς και η άνοδος του Avigdor Lieberman, ενός ρατσιστή και θεοκράτη, σε κορυφαίο Ισραηλινό πολιτικό, μαρτυράει ποιο είναι το μέλλον της φιλελεύθερης δημοκρατίας στο Ισραήλ. Στην μανιώδη εκστρατεία των Ισραηλινών για επέκταση και πραγματοποίηση του ονείρου τους για ένα «Μεγάλο Ισραήλ», το επιχείρημα ότι αποτελούνε την μόνη δημοκρατία της περιοχής γίνεται όλο και πιο κενό.

Πηγή: AntiWar

Wednesday 21 January 2009

Μερικά εύλογα ερωτήματα

Μέσα στο όλο θέατρο του παραλόγου των τελευταίων ημερών που επικρατούσε ( χωρίς καμία εξαίρεση ) στα ελληνικά τηλεοπτικά ΜΜΕ, η "βασική λογική" , πέρα από το καθαρά ηθικολογικό περιεχόμενό της, ήταν ότι η χώρα μας έχει συμφέρον να μην χαλάσει τις «παραδοσιακά» καλές σχέσεις με τους «φίλους» Άραβες. Αυτό το επιχείρημα χρησιμοποιείται πολύ συχνά. Αλήθεια όμως, από πού προκύπτει κάτι τέτοιο; Διότι τα πραγματικά γεγονότα μάς οδηγούνε σε ακριβώς αντίθετα συμπεράσματα. Ας δούμε, όμως, κάποια από αυτά:

Τα Παλαιστινιακά Εδάφη ανήκουνε στον Οργανισμό Ισλαμικής Διάσκεψης (ΟΙΔ), του οποίου οι θέσεις ήτανε πάντα ενάντια στα ελληνικά συμφέροντα. Γενικός Γραμματέας τού εν λόγω Οργανισμού είναι ο Τούρκος Ισάνογλου.


Σε κάθε κρίση, σε ό,τι θέμα αφορά τις σχέσεις μας με την Τουρκία, ο ΟΙΔ έχει υποστηρίξει πάντα θέσεις υπέρ των τουρκικών συμφερόντων.

Στην Κύπρο, αναγνωρίζει το κατοχικό καθεστώς της Άγκυρας, το οποίο μάλιστα το δέχθηκε και ως μέλος του.

Στην Θράκη, υποστηρίζει τις ακραίες φωνές του τουρκικού Προξενείου και κατηγορεί την Ελλάδα για παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων των μελών της «τουρκικής» (!!!) μειονότητας.

Ο ΟΙΔ υποστηρίζει την "κοσσοβοποίηση" όχι μόνο της ελληνικής Θράκης, αλλά και της υπόλοιπης Ευρώπης, όπου μπορεί, φυσικά, να ανασύρει τέτοιο ζήτημα, και κυρίως των Βαλκανίων. Για παράδειγμα, στην γειτονική μας Βουλγαρία και την ΠΓΔΜ.


Στον πόλεμο ενάντια στην ορθόδοξη Σερβία, όλοι αυτοί οι «παραδοσιακοί μας φίλοι», Άραβες, υποστήριξαν (ενεργά: παρέχοντας οπλισμό, τρόφιμα, και ό,τι είδους βοήθεια ήταν αναγκαία [εκτός της διπλωματικής φυσικά] προς τους μουσουλμάνους) τον τεμαχισμό της και, από την άλλη, την ενδυνάμωση και την δημιουργία ισλαμικών κρατών στην Ευρώπη (Βοσνία, Κόσσοβο, κλπ).


Ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης παρέχει υποστήριξη στην πραγματοποίηση της «Μεγάλης Αλβανίας», βλέποντας την Τσαμουριά ως την υπό ελληνική κατοχή… Παλαιστίνη, που πρέπει να απελευθερωθεί.

Σε όλα τα παραπάνω, οι «φίλοι» μας Παλαιστίνιοι συντάσσονται απόλυτα με τον οργανισμό, του οποίου αποτελούνε μέλη, κάτι το οποίο δεν θα έπρεπε καθόλου να μας εκπλήττει.

Αυτή είναι η λογική του παραλόγου μίας χώρας (στην συγκεκριμένη περίπτωση, της δικιάς μας), που σκάβει τον ίδιο της το λάκκο και που σύντομα, σε μια κρίση με την Τουρκία, κινδυνεύει να βρεθεί χωρίς κανέναν σύμμαχο στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου. Τα τελευταία χρόνια, πάντως, οι σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ έχουνε ψυχρανθεί επικίνδυνα. Βέβαια, η Ελλάδα φαίνεται να το προσπερνά αυτό, ή ακόμη και να το αγνοεί, αφού "οι Εβραίοι δεν είναι παραδοσιακοί μας φίλοι"…

Sunday 4 January 2009

Ένα άλλο Ισραήλ

Άρθρο του Ισραηλινού πολιτικού Avigdor Eskin

Σε έναν νέο πολύ-πολικό Κόσμο ακόμη και πρώην αφοσιωμένοι σύμμαχοι των Ηνωμένων Πολιτειών θα χρειαστεί να αναθεωρήσουνε τις θέσεις τους



Οι πληροφορίες σχετικά με την Ρωσσο-γεωργιανή σύγκρουση φτάσανε στο Ισραήλ, για ευνόητους λόγους, μέσω των δυτικών ΜΜΕ. Ωστόσο, αρκετοί Ισραηλινοί πολίτες ακριβώς όπως και οι Ρώσσοι πατριώτες ήθελαν να δουν τα Ρωσσικά τάνκς να φτάνουν την Τιφλίδα. Ήτανε ξεκάθαρο ότι ο Ρωσσικός στρατός δρούσε ως απελευθερωτής, τον οποίο πολύ πιθανόν θα υποδέχονταν με επευφημίες οι ίδιοι οι Γεωργιανοί. Με τον ίδιο τρόπο που είχανε πράξει αρκετοί το 1982, όταν ο Ισραηλινός στρατός προέλασε στην Λιβύη: η υποδοχή ήταν με ροδάκινα και βερίκοκα και όχι με χειροβομβίδες. Από τότε πολλά έχουνε αλλάξει βέβαια, αλλά αυτό είναι μία άλλη υπόθεση.


Ο Ισραηλινός λαός προσδοκούσε την Ρωσσική νίκη, και αρκετοί ήταν οι Ισραηλινοί που κριτικάρανε την Ρωσσία που δεν προχώρησε μέχρι το τέλος. Αυτό ήταν το κοινό αίσθημα παρά το γεγονός ότι ο Ισραηλινός λαός είναι φίλος με τον Γεωργιανό και την Γεωργία. Οι Ισραηλινοί συμπαθούνε τους Γεωργιανούς διότι πολλοί από αυτούς ζήσανε στο παρελθόν στην Γεωργία. Αυτό όμως δεν μας αποτρέπει από το να συμπαθούμε και τους Οσσετούς. Και με αυτούς ζήσαμε μαζί στο παρελθόν και υπήρξαμε φίλοι μαζί τους. Αυτός είναι και ο λόγος που το Ισραήλ βρέθηκε σε μια πολύ δύσκολη θέση.


Σίγουρα κάποιος μπορεί να πει όμως ότι η κυβέρνηση του Ισραήλ έδρασε με έναν ικανοποιητικό τρόπο. Το Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσσίας δήλωσε ότι η υπόθεση με τις Ισραηλινές στρατιωτικές προμήθειες προς τη Γεωργία είχε πια λυθεί. Η Ρωσσία έδειξε επίσης μια θετική στάση προς το Ισραήλ αφήνοντας να εννοηθεί σε αυτό ότι δεν θα προμήθευε το Ιράν με όπλα, αλλά ούτε όμως θα σταματούσε το εμπόριο με «ενοχλητικά» καθεστώτα.


Κάποιος που είναι γνώστης της γεωγραφίας στην περιοχή, γνωρίζει ότι το Ισραήλ είναι αρκετά μακριά από το Ιράν και ότι το Ιράν είναι μια αρκετά αστικοποιημένη χώρα. Ακόμη και αν Ιρανικά πυρηνικά όπλα υπάρχουν, αυτά δεν αποτελούνε απειλή για το Ισραήλ. Και το ίδιο το Ιράν είναι σχεδόν απίθανο ότι θα επιχειρούσε να μας χτυπήσει με πυρηνικά. Στην πραγματικότητα αυτή η απειλή είναι κατασκευασμένη και θα μπορούσε στο μέλλον να εξανεμιστεί με την δημιουργία μιας συμμαχίας μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ. Αυτό δεν είναι διόλου απίθανο λαμβάνοντας υπόψη τις αλλαγές που θα συντελεστούνε σε παγκόσμιο επίπεδο στο μέλλον. Αλλά και το Ιράν πρέπει και αυτό να δείξει συγκατάβαση. Για παράδειγμα είναι ανεπίτρεπτη η ρητορική κάποιων Ιρανών ηγετών.

Είναι χαρακτηριστικό το ότι η Ισραηλινή εφημερίδα «Haaretz» καθώς και η Βρετανική «Guardian», εκδίδανε την ίδια στιγμή φύλο τους με πρωταγωνιστικό άρθρο σχετικά με την ανάδυση του Ρωσσικού υπερ-κράτους σε έναν νέο πολύ-πολικό κόσμο. Παρά όμως το γεγονός του ότι τελικά Ρωσσικά τάνκς δεν εισέβαλαν στην Τιφλίδα, παρά τα μειονεκτήματα για την Ρωσσική πολιτική σε όλη αυτή την κρίση, παρά την κριτική που δέχθηκε η Ρωσσία, η Δύση την αντιμετώπισε εντελώς αδέξια.

Ποιος ο λόγος όμως το Ισραήλ να συμπαθεί τη Ρωσσία; Ένας λόγος είναι ότι η Δύση συμπεριφέρεται στη Ρωσσία όπως και σε αυτό. Για παράδειγμα αν κάποιος διαβάσει για το Ισραήλ στα δυτικά ΜΜΕ τότε θα σχηματίσει μια εντελώς λανθασμένη άποψη σχετικά με τη χώρα.

Κάποιος δεν πρέπει να αγνοεί επίσης τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Συνταρακτικές αλλαγές συντελούνται, λαμβάνοντας υπόψη, ιδιαίτερα, και την κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν και είναι αλήθεια ότι υπάρχουν άνθρωποι στις ΗΠΑ που μπορούν να καταλάβουνε την Ρωσσία, η Αμερική δεν είναι σήμερα η Αμερική που όλοι γνωρίζαμε πριν 20 χρόνια. Η χώρα βασανίζεται από μια βαθιά κρίση και είναι μια χώρα με τα υψηλότερα επίπεδα κρατουμένων (αναλογικά) στον κόσμο. Καμία άλλη χώρα δεν συγκρίνετε σε επίπεδα κρατουμένων με τις ΗΠΑ.

Μπορεί κάποιος επίσης να φανταστεί την τεράστια έκταση του απολυταρχισμού, η οποίο φυσικά δεν μπορεί να φανεί στα πλούσια προάστια της Νέας Υόρκης. Αυτό είναι κάτι που κατατρώει τη χώρα. Πολλοί επίσης συγκρίνουνε την οικονομική κρίση που περνάει με αυτή του 1930. Είναι έτσι πραγματικά αξιοπερίεργο το τι θα καταφέρει να κάνει ο Ομπάμα για την Αμερική. Αν όμως δεν καταφέρει να κάνει κάτι;

Είναι δύσκολο να αξιολογήσει κανείς το πραγματικό μέγεθος της σύγχυσης στην οποία βυθίζεται αυτή τη στιγμή ο κόσμος. Σχετικά με το Ισραήλ, από την μία ακολουθεί ακόμη τις ΗΠΑ, από την άλλη όμως προσπαθεί να ισορροπήσει και με τη Ρωσσία. Η κατάργηση της βίζας με τη Ρωσσία είναι ένα παράδειγμα τέτοιας προσέγγισης. Αν κάποιος εκλάβει το ότι θρησκευτικές σχολές ξεφυτρώνουνε παντού στο Ισραήλ, και μελετήσει την ίδια την κοινωνία, θα δει ότι η νέα γενιά δεν θα θυμίζει τους Αμερικανοθρεμένους προκατόχους της.

Αυτή η Συντηρητική Επανάσταση που συμβαίνει στο Ισραήλ κάποια στιγμή θα κυριεύσει τα ανώτερα στρώματα και θα φτάσει στην ηγεσία της χώρας. Αυτή η τάση σήμερα είναι ήδη εμφανής.


Πηγή: Κόμμα Ευρασίας

Το Αζερμπαϊτζάν περιορίζει την ατλαντιστική προπαγάνδα

Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης του Αζερμπαϊτζάν, από τις 30/12/2008, περιορίζει την δραστηρίοτητα φιλο-δυτικών Mέσων, όπως το BBC, Voice of America, Radio Free Europe κλπ.
Μια κίνηση ενδεικτική του στρατηγικού προσανατολισμού της χώρας πλέον, που μάλλον καλοβλέπει προς Ρωσία...

Δείγμα ενδοεθνικού παραλογισμού: Κίεβο εναντίον Μόσχας

Ζούμε αυτές τις ημέρες ακόμα μία διαμάχη μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, με αφορμή πάλι τα περί φυσικού αερίου χρέη της δεύτερης προς την πρώτη χώρα...

Ενώ στην πραγματικότητα, οι λεγόμενοι "Ανατολικοί Σλάβοι" αποτελούν το μεγάλο ρωσικό έθνος, όπου συμπεριλαμβάνονται Μεγαλορώσοι ( Ρώσοι) , Λευκορώσοι και Μικρορώσοι ( Ουκρανοί ) και ενώ, το πρώτο ρώσικο κράτος ήταν αυτό του Κιέβου, την πρωτεύουσα της χώρας των Μικρορώσων, Ουκρανίας, η σημερινή ατλαντιστική ηγεσία αυτής δημιουργεί πρόβλημα στην μεγάλη Ρωσία προς όφελος ιδιοτελών στόχων, που εξυπηρετούν αλλότρια, υπερατλαντικά συμφέροντα...

Για να γίνει αντιληπτό στους Έλληνες το "σουρρεαλιστικό" του πράγματος, ας αναλογιστούν την υποθετική περίπτωση "ανεξαρτητοποίησης της Πελοποννήσου" από την λοιπή Ελλάδα, φέροντας μάλιστα πολιτικο-στρατιωτικο-οικονομικά προβλήματα η "ανεξάρτητη Πελοπόννησος" στην τελευταία...

400 Λεττονοί ζητούν από τον Ρώσο "κροίσο" Αμπράμοβιτς να εξαγοράσει την χώρα τους...

Δεν πρόκειται για "φάρσα", σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο Ria Novosti: http://en.rian.ru/world/20081229/119221445.html .

Aν και σε ένα ποσοστό,η είδηση φαίνεται να περιέχει ένα βαθμό "χιούμορ", ωστόσο, πέρα από μια επιφανειακή ανάγνωση του γεγονότος, αποτελεί ακόμα ένα δείγμα της αδυναμίας πολλών μικρών κρατών, που παλαιότερα αποτελούσαν συστατικά στοιχεία της Ε.Σ.Σ.Δ., να επιβιώσουν στο σημερινό διεθνές σύστημα, πραγματικά αυτόνομα...

Οι βαλτικές χώρες της τότε Ε.Σ.Σ.Δ. έδειξαν κάποτε να προτιμούνε την "made in America" "freedom" ( και όχι Ελευθερία, πραγματικά) .Ο καιρός που οι Η.Π.Α. και, γενικώτερα η Δύση, θα κείται μακράν αυτών, σε ζητήματα επιβιώσης τις, δεν απέχει και πολύ...

Saturday 3 January 2009

Ρωσική άσκηση στο Αιγαίο

Ρωσική αεροναυτική άσκηση θα διεξαχθεί, με την άδεια των ελληνικών αρχών, ΝΑ της Ρόδου, στις 3,4,8 και 10 Ιανουαρίου και νοτίως της Κρήτης στις 11 του ίδιου μήνα. Όπως έγινε γνωστό από το ελληνικό ΓΕΕΘΑ το ρωσικό αεροπλανοφόρο "Κουζνέτσοβ", που πλέει στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, ζήτησε από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας τη δέσμευση περιοχών εντός του FIR Αθηνών για τη διεξαγωγή αεροναυτικών ασκήσεων με τη συμμετοχή ρωσικών αεροσκαφών.

Πηγή: ΕΡΤonline

Thursday 1 January 2009

Απεβίωσε ο Σάμιουελ Χάντινγκτον

Απεβίωσε ο διεθνούς φήμης πολιτικός επιστήμων Σάμιουελ Χάντινγκτον. Υπήρξε ο συγγραφέας του πολυσυζητημένου έργου ‘Η Σύγκρουση των Πολιτισμών και ο Ανασχηματισμός της Παγκόσμιας Τάξης’ (1996). Στο βιβλίο του αυτό ανέπτυξε την θέση του ότι είναι κυρίως οι Πολιτισμοί αυτοί που καθορίζουν τις σχέσεις μεταξύ των Κρατών καθώς και την εσωτερική τους κατάσταση και όχι τόσο οι ιδεολογίες όπως πολύ συχνά πιστεύουν αρκετοί. Ο Χάντινγκτον χώρισε τον κόσμο σε πολιτισμικές ζώνες από τις οποίες προκύπτουν οι εξής πολιτισμοί: ο Δυτικός, ο Λατινοαμερικανικός, ο Αφρικανικός, ο Ισλαμικός, ο Σινικός, ο Ινδουιστικός, ο Ορθόδοξος, ο Βουδιστικός και ο Ιαπωνικός. Η θεωρία του περί της «Πολιτισμικής Συγκρούσεως» για την μεταψυχροπολεμική εποχή αποτέλεσε, σε μεγάλο βαθμό, την αντίπαλη άποψη από αυτή που διατύπωσε ο, επίσης φημισμένος πολιτικός επιστήμων, Φράνσις Φουκουγιάμα στο έργο του «Το τέλος της Ιστορίας» (1992). Το έργο και η σκέψη του Χάντιγκτον παραμένει σήμερα επίκαιρο περισσότερο απ’ όσο ποτέ άλλοτε. Το παρακάτω κείμενο αποτελεί απόσπασμα από το προαναφερθέντα βιβλίο του σχετικά με την μεταψυχροπολεμική Ελλάδα:

Η Ελλάδα δεν αποτελεί μέρος του Δυτικού πολιτισμού, αλλά υπήρξε η πατρίδα του Κλασσικού πολιτισμού, ο οποίος υπήρξε, με τη σειρά του, σημαντική πηγή του Δυτικού πολιτισμού. Στην αντιπαράθεση τους με την Τουρκία, οι Έλληνες θεωρούν τους
εαυτούς τους ιστορικά υπερασπιστές του Χριστιανισμού. Σε αντίθεση με τους Σέρβους, τους Ρουμάνους ή τους Βούλγαρους, η ιστορία τους εκτυλίσσεται μαζί με την ιστορία της Δύσης. Παρόλα αυτά, η Ελλάδα αποτελεί εξαίρεση ως ορθόδοξος ξένος στους δυτικούς οργανισμούς. Δεν υπήρξε ποτέ ένα εύκολο μέλος ούτε για την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά ούτε και για το ΝΑΤΟ, και δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στις αρχές και τα ήθη και των δυο. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και ως τα μέσα της δεκαετίας 1970 την κυβερνούσε μια στρατιωτική χούντα και δεν μπορούσε να μπει στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, μέχρι που άλλαξε και έγινε δημοκρατία. Συχνά οι ηγέτες της φαίνονταν ότι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να παρεκκλίνουν από τα δυτικά πρότυπα και να αντιτίθενται στις δυτικές κυβερνήσεις. Η Ελλάδα ήταν η φτωχότερη από όλα τα άλλα μέλη της Κοινότητας και του ΝΑΤΟ, ενώ συχνά επεδίωκε οικονομικές πολιτικές που φαίνονταν να αψηφούν τα μέτρα που επικρατούσαν στις Βρυξέλες. Η συμπεριφορά της Ελλάδας ως προεδρεύουσας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 1994 εξόργισε τα άλλα μέλη, και οι αξιωματούχοι της Δυτικής Ευρώπης χαρακτήρισαν λάθος το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μέλος.

Στο μεταψυχροπολεμικό κόσμο, η πολιτική που ακολούθησε η Ελλάδα απέκλινε σημαντικά από αυτή της Δύσης. Το εμπάργκο κατά της Μακεδονίας αποδοκιμάστηκε δυναμικά από τις δυτικές κυβερνήσεις και είχε αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ζητήσει την παραπομπή της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Όσον αφορά την σύγκρουση στην πρώην Γιουγκοσλαβία, η Ελλάδα διαχώρισε τη θέση της από τις πολιτικές των σημαντικότερων δυτικών δυνάμεων, υπο
στήριξε ενεργά τους Σέρβους και παραβίασε κραυγαλέα τις κυρώσεις που είχαν επιβάλει τα Ηνωμένα Έθνη εναντίων των Σέρβων. Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και τη λήξη της κομμουνιστικής απειλής, η Ελλάδα είχε κοινά συμφέροντα με τη Ρωσία εναντίον του κοινού της εχθρού, την Τουρκία. Επέτρεψε στη Ρωσία να εγκαθιδρύσει σημαντική παρουσία στην ελληνική Κύπρο. Ως αποτέλεσμα «της κοινής τους ανατολικοορθόδοξης πίστης» οι Ελληνοκύπριοι υποδέχθηκαν Ρώσους και Σέρβους στο νησί. Το 1995 λειτουργούσαν στην Κύπρο περίπου δυο χιλιάδες επιχειρήσεις που ανήκαν σε Ρώσους. Ρωσικές και σερβοκροατικές εφημερίδες εκδίδονταν εκεί και η ελληνοκυπριακή κυβέρνηση πραγματοποιούσε σημαντικές προμήθειες όπλων από τη Ρωσία. Επίσης, η Ελλάδα μελετούσε με τη Ρωσία την πιθανότητα να φέρει πετρέλαιο από τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία στη Μεσόγειο μέσω ενός ελληνοβουλγαρικού αγωγού, παρακάμπτοντας την Τουρκία και άλλες μουσουλμανικές χώρες. Συνολικά, η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει πάρει έναν έντονο ορθόδοξο προσανατολισμό. Η Ελλάδα θα παραμείνει αναμφισβήτητα επίσημο μέλος του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καθώς η διαδικασία της πολιτιστικής αναδιαμόρφωσης ενισχύεται, η συμμετοχή στους οργανισμούς αυτούς θα γίνεται αναμφισβήτητα λιγότερο σημαντική και θα είναι πιο δύσκολα τα πράγματα για τα ενεχόμενα μέρη. Ο ανταγωνιστής της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου εξελίσσεται σε ένα μεταψυχροπολεμικό σύμμαχο της Ρωσίας.

Χάρτης του μεταψυχροπολεμικού κόσμου, σύμφωνα με το 'Πολιτισμικό μοντέλο' του Χάντινγκτον

Saturday 27 December 2008

Βασικές αρχές της Ευρασιατικής Πολιτικής

Αλεξάντρ Ντούγκιν


1) Τρία μοντέλα (Σοβιετικό, φιλο-Δυτικό, Ευρασιατικό)


Στη σύγχρονη Ρωσία υπάρχουν τρεις αντικρουόμενες τάσεις κρατικής πολιτικής, τόσο στη σφαίρα της εξωτερικής όσο και της εσωτερικής πολιτικής. Αυτές οι τρεις τάσεις αποτελούν τις σύγχρονες πολιτικές συντεταγμένες πάνω στις οποίες βασίζεται κάθε πολιτική απόφαση της Ρωσικής κυβέρνησης, και συντίθεται κάθε διεθνές βήμα και κάθε σοβαρό κοινωνικό, οικονομικό ή δικαιικό ζήτημα.


Το πρώτο μοτίβο εκπροσωπεί τα στατικά "κλισέ" της Σοβιετικής (κυρίως, της μεταγενέστερης Σοβιετικής) περιόδου. Έχει, κατά κάποιο τρόπο, ριζώσει στην ψυχολογία του ρωσικού συστήματος, συχνά υποσυνείδητα, πιέζοντάς το να ακολουθει μια πορεία βάση προηγουμένων. Αυτό το μοτίβο υποστηρίζεται με το επιχείρημα «αν δούλεψε πριν, θα δουλέψει και τώρα». Και δεν αφορά μόνο τους πολιτικούς ηγέτες που συνειδητά εκμεταλλεύονται τα νοσταλγικά συμπλέγματα των Ρώσων πολιτών. Το Σοβιετικό μοντέλο είναι πολύ πιο πλατύ και βαθύ από τις δομές του KPFR [Communist Party of the Russian Federation], που τώρα πια έχει αποκλειστεί από τα ζωτικά κέντρα αποφάσεων. Βρίσκεται οπουδήποτε οι πολιτικοί και τα όργανα εξουσίας, που επισήμως αποκηρύττουν κάθε σχέση με τον κομμουνισμό, οδηγούνται απ΄ αυτό. Είναι αποτέλεσμα παιδείας, εμπειρίας και συσχετισμών. Για να κατανοήσουμε, λοιπόν, την ουσία των υπογείων διαδικασιών στην Ρωσική πολιτική, είναι απαραίτητο να παραδεχτούμε την ύπαρξη αυτού του «υποσυνείδητου Σοβιετισμού».


Το δεύτερο μοντέλο είναι το φιλελευθερο-δημοκρατικό, φιλο-αμερικανικό, το οποίο ξεκίνησε να σχηματίζεται στην αρχή της «περεστρόικα» και έγινε κατά κάποιο τρόπο η επικρατούσα ιδεολογία κατά το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’90. Κατά κανόνα, οι αυτοαποκαλούμενοι "φιλελεύθεροι αναμορφωτές" και οι πολιτικοί τους υποστηρικτές ταυτίζονται με αυτό το μοντέλο. Αυτό το σύστημα βασίζεται στη λογική των αμερικάνικων κοινωνικοπολιτικών αρχών και της εφαρμογής τους στο Ρωσικό έδαφος, εξυπηρετώντας έτσι τα αμερικάνικα εθνικά συμφέροντα σε διεθνή θέματα. Αυτό το μοντέλο έχει το πλεονέκτημα πως στηρίζεται από την υπαρκτή «ξένη παρουσία» σε σχέση με το εικονικό «ντόπιο παρελθόν» γύρω από το οποίο το Σοβιετικό μοντέλο περιστρέφεται. Το επιχείρημα και εδώ είναι απλό: «αν δουλεύει για τους ξένους, τότε θα δουλέψει και για μας». Είναι σημαντικό όμως να τονίσουμε πως οι δεν μιλάμε για έναν οποιοδήποτε «ξένο», αλλά για σαφή προσανατολισμό προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, που είναι το ορόσημο του δυτικού καπιταλιστικού κόσμου.


Αυτά τα δύο μοντέλα (συμπεριλαμβανομένων και πολλαπλών παραλλαγών τους) αποτελούν τις βασικές τάσεις της Ρωσικής πολιτικής. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 και μετά, όλες οι συζητήσεις και οι κοσμοθεωρητικές και πολιτικές συγκρούσεις λαμβάνουν χώρα μεταξύ των εκπροσώπων αυτών των δύο τάσεων.


Το τρίτο μοντέλο είναι λιγότερο γνωστό. Μπορεί να οριστεί ως «Ευρασιατικό». Εδώ έχουμε να κάνουμε με διαδικασίες πολύ πιο σύνθετες από την απλή αντιγραφή της σοβιετικής ή της αμερικανικής εμπειρίας. Αντλεί στοιχεία από την πολιτική μας Ιστορία προσθέτοντας στοιχεία από την σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα. Το ευρασιατικό μοντέλο αναγνωρίζει ότι η Ρωσία (σαν κράτος, λαός και εξουσία) έχει μια αυτόνομη πολιτισμική αξία, και ότι θα πρέπει να διασώσει την μοναδικότητά της, την ανεξαρτησία της και τη δύναμή της όπως αυτά έχουν εξελιχθεί, θέτοντας στην υπηρεσία αυτού του σκοπού κάθε θεωρία, σύστημα ή μηχανισμό που μπορεί να προωθήσει τα παραπάνω συμφέροντα. Ο Ευρασιατισμός, κατά αυτό τον τρόπο, είναι ένας μοναδικός «πατριωτικός πραγματισμός» αποδεσμευμένος από κάθε δόγμα – είτε σοβιετικό, είτε αμερικάνικο. Την ίδια στιγμή, η ευρύτητα και η ελαστικότητα τής ευρασιατικής προσέγγισης δεν την αποτρέπουν από το να είναι εννοιολογικά συστηματοποιημένη, διαθέτοντας όλα τα χαρακτηριστικά μιας οργανικής και εσωτερικά συμπαγούς κοσμοθεωρίας.


Καθώς τα δύο προηγούμενα μοντέλα δείχνουν την ακαταλληλότητά τους, ο ευρασιατισμός γίνεται όλο και πιο δημοφιλής. Το σοβιετικό μοντέλο λειτουργεί πάνω σε πεπαλαιωμένες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές πραγματικότητες, εκμεταλλεύεται τη νοσταλγία και την αδράνεια, και στερείται μιας νηφάλιας ανάλυσης της τρέχουσας διεθνούς κατάστασης και της πραγματικής εξέλιξης των παγκόσμιων οικονομικών τάσεων.


Το φιλο-αμερικανικό μοντέλο με τη σειρά του εξ’ ορισμού δεν μπορεί να εφαρμοστεί στη Ρωσία, καθώς αποτελεί μέρος ενός διαφορετικού πολιτισμού, ολότελα ξένου ως προς αυτήν. Το γεγονός αυτό είναι απόλυτα κατανοητό και στη Δύση, όπου κανείς δεν κρύβει πως αντί για μια ευημερούσα και ασφαλή Ρωσία προτιμά να δει μια Ρωσία αποδυναμωμένη, βυθισμένη στο χάος και την διαφθορά.

Συνεπώς το ευρασιατικό μοντέλο κρίνεται επείγον και απαραίτητο για την ρώσικη κοινωνία.


2. Ευρασιατισμός και Ρωσική Εξωτερική Πολιτική


Ας ορίσουμε τις βασικές πολιτικές αρχές του μοντέρνου Ρωσικού Ευρασιατισμού.


Θα ξεκινήσουμε από την εξωτερική πολιτική.

Όπως σε κάθε πολιτικό πεδίο, έτσι και στην εξωτερική πολιτική ο Ευρασιατισμός προτείνει τον τρίτο δρόμο – ούτε Σοβιετισμός, ούτε Αμερικανισμός. Αυτό σημαίνει πως η ρωσική εξωτερική πολιτική δεν θα πρέπει ούτε να αναπαράγει πιστά το διπλωματικό προφίλ της Σοβιετικής περιόδου (σθεναρή αντίσταση προς τη Δύση, επανάκτηση στρατηγικών συμμαχιών με "κράτη-παρίες", όπως η Βόρειος Κορέα, το Ιράκ και η Κούβα), ενώ ταυτόχρονα ούτε να ακολουθεί τυφλά τις προσταγές του αμερικανικού λόμπυ. Ο Ευρασιατισμός προσφέρει την δική του θεωρία περί εξωτερικής πολιτικής, η ουσία τής οποίας συνοψίζεται ως ακολούθως:


Η σύγχρονη Ρωσία μπορεί να διασωθεί ως μια αυτόνομη και ανεξάρτητη πολιτική πραγματικότητα, σαν ένας πολύτιμος παράγοντας της διεθνούς πολιτικής, μόνο υπό τις συνθήκες ενός πολυπολικού κόσμου. Η συγκατάθεση σε ένα μονοπολικό αμερικανοκεντρικό κόσμο είναι αδύνατη για τη Ρωσία, καθώς σε ένα τέτοιο κόσμο δε θα μπορούσε παρά να γίνει ένα από τα αντικείμενα της παγκοσμιοποίησης, χάνοντας έτσι τη μοναδικότητα και ανεξαρτησία της. Η αντίθεση ως προς τη μονοπολική παγκοσμιοποιητική πολιτική και η προώθηση ενός πολυπολικού μοντέλου είναι η βασική προσταγή της σύγχρονης Ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Η συνθήκη αυτή δε θα πρέπει να αμφισβητείται από πολιτικές δυνάμεις, και αυτό συνεπάγεται πως οι προπαγανδιστές του αμερικανοκεντρικού παγκοσμιοποιητικού μοντέλου θα πρέπει, τουλάχιστον ηθικά, να αφοπλίζονται. Η κατασκευή του πολυπολικού κόσμου, ζωτικού για τη Ρωσία, είναι εφικτή μόνο μέσω ενός συστήματος στρατηγικών συμμαχιών.


Η Ρωσία από μόνη της δεν μπορεί να αντεπεξέλθει σε αυτά τα προβλήματα μην διαθέτοντας επαρκείς πόρους για απόλυτη αυτάρκεια. Συνεπώς η επιτυχία της σε πολλούς τομείς εξαρτάται από την επάρκεια και την δραστηριότητα της εξωτερικής της πολιτικής.


Στο σύγχρονο κόσμο υπάρχουν τόσες γεωπολιτικές οντότητες που, λόγω ιστορικών και πολιτισμικών λόγων, ενδιαφέρονται εξ’ ίσου σθεναρά για την πολυπολικότητα. Υπό τις παρούσες συνθήκες, αυτές διαμορφώνονται ως οι φυσικοί σύμμαχοι της Ρωσίας.

Χωρίζονται στις εξής κατηγορίες:


Η πρώτη κατηγορία: ισχυροί περιφερειακοί σχηματισμοί (χώρες ή ομάδες χωρών), των οποίων οι σχέσεις με τη Ρωσία μπορούν να χαρακτηριστούν ως «συμπληρωματικές». Αυτό σημαίνει πως οι χώρες αυτές κατέχουν ιδιότητες ζωτικές για τη Ρωσία, ενώ η Ρωσία κατέχει κάτι εξ’ ίσου απαραίτητο γι’ αυτές. Κατά συνέπεια, μια τέτοια στρατηγική ανταλλαγή δυνατοτήτων ωφελεί και τις δύο γεωπολιτικές οντότητες. Σε αυτή την κατηγορία (συμμετρικά συμπληρωματικές) ανήκουν η Ευρωπαϊκή ‘Ένωση, η Ιαπωνία, το Ιράν και η Ινδία. Όλες αυτές οι γεωπολιτικές οντότητες μπορούν απολύτως κατανοητά να διεκδικήσουν το ρόλο αυτόνομων οντοτήτων σε συνθήκες πολυπολικότητας, ενώ ο αμερικανοκεντρισμός τους στερεί αυτή την δυνατότητα. Καθώς η νέα Ρωσία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί πια ως ιδεολογικός εχθρός (κάτι που αποτέλεσε το κύριο επιχείρημα των Αμερικανών για να τραβήξουν στην τροχιά τους την Ευρώπη και την Ιαπωνία, ενώ περιόρισε τη Ρωσία στο μπλοκ του περιθωρίου μαζί με το εξισλαμισμένο Ιράν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου), η ανάγκη για απόλυτη υποταγή αυτών των χωρών στην αμερικανική γεωπολιτική δεν υποστηρίζεται πλέον με κανένα επιχείρημα (πέραν της ιστορικής αδράνειας). Συνεπώς, οι αντιθέσεις μεταξύ των Η.Π.Α. και των συμπληρωματικών δυνάμεων προς τη Ρωσία θα αυξάνονται συνεχώς.


Αν η Ρωσία αποδειχθεί ενεργή και καθιερώσει το ρόλο της στην πολυπολική τάση, θα βρει τα κατάλληλα επιχειρήματα και τις εναλλακτικές συνθήκες για στρατηγική συμμαχία, και η ομάδα των υποστηρικτών της πολυπολικότητας θα γίνουν ισχυροί και θα ασκήσουν επιρροή ώστε να επιτύχουν επαρκώς την υλοποίηση του δικού τους σχεδίου στην μελλοντική γεωπολιτική πραγματικότητα.

Σε κάθε μια απ’ αυτές τις δυνάμεις, η Ρωσία έχει να προσφέρει πόρους, την στρατηγική δυνατότητα όπλων και πολιτικό βάρος. Σαν αντάλλαγμα η Ρωσία θα δεχθεί, αφ’ ενός μεν, οικονομική και τεχνολογική υποστήριξη από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ιαπωνία, και αφ’ ετέρου, πολιτική και στρατηγική συνεργασία με το νότο από πλευράς Ιράν και Ινδίας.

Ο Ευρασιατισμός οραματίζεται μία τέτοια πορεία εξωτερικής πολιτικής, και την τεκμηριώνει μέσω της επιστημονικής μεθοδολογίας της Γεωπολιτικής.


Η δεύτερη κατηγορία: γεωπολιτικοί σχηματισμοί οι οποίοι ενδιαφέρονται για την πολυπολικότητα, χωρίς να είναι άμεσα συμπληρωματικοί προς τη Ρωσία. Αυτοί είναι η Κίνα, το Πακιστάν και οι Αραβικές χώρες. Οι παραδοσιακές πολιτικές αυτών των χωρών είχαν χαρακτήρα διαμεσολαβητή, χωρίς η στρατηγική συνεργασία με τη Ρωσία να είναι η πρώτη τους προτεραιότητα. Επιπλέον, η ευρασιατική συμμαχία της Ρωσίας με τις χώρες της πρώτης κατηγορίας ενισχύει τους παραδοσιακούς αντίπαλους των χωρών της δεύτερης κατηγορίας στο τοπικό επίπεδο. Για παράδειγμα, το Πακιστάν, η Σαουδική Αραβία και η Αίγυπτος έχουν σοβαρές αντιθέσεις με το Ιράν, όπως και η Κίνα με την Ιαπωνία και την Ινδία. Σε μεγαλύτερη κλίμακα, οι σχέσεις της Ρωσίας με την Κίνα αποτελούν μια ειδική περίπτωση, η οποία περιπλέκεται από δημογραφικά προβλήματα, με το αυξημένο ενδιαφέρον της Κίνας για τις αραιοκατοικημένες περιοχές της Σιβηρίας, καθώς και την απουσία σοβαρής τεχνολογικής και οικονομικής δυνατότητας από πλευράς της Κίνας να λύσει το μείζον πρόβλημα της Ρωσίας για την τεχνολογική αφομοίωση της Σιβηρίας.


Όλες οι χώρες της δεύτερης κατηγορίας φτάνουν στην αναγκαιότητα να επιλέξουν ανάμεσα στην αμερικανοκεντρική μονοπολικότητα (που δεν τις προσφέρει τίποτα) και τον Ευρασιατισμό.

Σε σχέση με αυτές τις χώρες της δεύτερης κατηγορίας, η Ρωσία πρέπει να δράσει με την μεγαλύτερη προσοχή –μη συμπεριλαμβάνοντας τις στο ευρασιατικό σχέδιο, αλλά ταυτόχρονα στοχεύοντας στο να εξουδετερώσει όσο το δυνατόν την προοπτική των αρνητικών αντιδράσεών τους και να αντικρούσει ενεργά τη συμμετοχή τους στη διαδικασία του μονοπολικού παγκοσμιοποιητικού σχεδίου.


Η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει τις χώρες του Τρίτου Κόσμου που δεν διαθέτουν αρκετό γεωπολιτικό δυναμικό για να διεκδικήσουν, ακόμα και περιορισμένη θέση, στο γεωπολιτικό χάρτη. Σχετικά με αυτές τις χώρες, η πολιτική της Ρωσίας ποικίλει, συνεισφέροντας έτσι στην γεωπολιτική τους ενσωμάτωση στις ζώνες «κοινής ωφελείας» κάτω από τον έλεγχο της Ρωσίας και του ευρασιατικού μπλοκ. Αυτό σημαίνει πως η Ζώνη του Ισημερινού εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Ρωσίας καθώς ευνοεί την ενίσχυση της Ιαπωνικής παρουσίας. Στην Ασία κρίνεται απαραίτητο να ενθαρρύνουμε την παρουσία της Ινδίας και του Ιράν. Είναι επίσης σημαντικό το να συνεισφέρουμε στην διεύρυνση της επιρροής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον Αραβικό κόσμο και την Αφρική συνολικά. Τα ίδια κράτη που περικλείονται στην παραδοσιακή σφαίρα επιρροής της Ρωσίας πρέπει να παραμείνουν εκεί ή να επανέλθουν προς αυτήν αν έχουν απομακρυνθεί. Η πολιτική ένταξης των χωρών της Κ.Α.Κ. (Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών) προς την Ευρασιατική Ένωση προσβλέπει σε αυτό το σκοπό.


Η τέταρτη κατηγορία: οι Η.Π.Α. και οι χώρες της αμερικανικής ηπείρου που βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο των Η.Π.Α. Η διεθνής ευρασιατική πολιτική της Ρωσίας πρέπει να προσανατολιστεί προς το να υποδείξει πάση θυσία στις Η.Π.Α. την ασυνέπεια του μονοπολικού κόσμου, τον αντικρουόμενο χαρακτήρα και την ανευθυνότητα όλων των διαδικασιών της αμερικανοκεντρικής παγκοσμιοποίησης. Σθεναρά και ενεργά (χρησιμοποιώντας, γι αυτό το σκοπό, τα εργαλεία της Ευρασιατικής συμμαχίας) η Ρωσία πρέπει να αντισταθεί στην παγκοσμιοποίηση και να υποστηρίξει την απομονωτική πολιτική των Η.Π.Α. αποσκοπώντας στον περιορισμό των αμερικανικών γεωπολιτικών συμφερόντων στην αμερικανική ήπειρο. Οι Η.Π.Α., ως η ισχυρότερη τοπική δύναμη της οποίας το φάσμα των στρατηγικών ενδιαφερόντων δε θα ξεπερνά τα όρια του Ειρηνικού και Ατλαντικού Ωκεανού, μπορεί ακόμα και να γίνει σύμμαχος μιας ευρασιατικής Ρωσίας. Επιπλέον, μια τέτοια Αμερική θα ήταν εξαιρετικά επιθυμητή για τη Ρωσία, καθώς θα περιόριζε τις φιλοδοξίες της Ευρώπης, της ζώνης του Ισημερινού, καθώς και του ισλαμικού κόσμου και της Κίνας, αν κάποιος απ΄ αυτούς τους σχηματισμούς αποφάσιζε να επιβάλλει ένα μονοπολικό παγκοσμιοποιητικό σχέδιο βασισμένο πάνω στα δικά τους γεωπολιτικά συστήματα. Και αν η μονοπολική παγκοσμιοποίηση εξακολουθήσει να προωθείται από την πλευρά των Η.Π.Α., τότε είναι στο χέρι της Ρωσίας να ενισχύσει τα αντιαμερικανικά αισθήματα στην Κεντρική και Νότια Αμερική, χρησιμοποιώντας, όμως, μία πιο ελαστική και ευρεία αντίληψη και γεωπολιτική προσέγγιση από αυτή του Μαρξισμού. Στο ίδιο μοτίβο κινείται και η προτεραιότητα της πολιτικής προσέγγισης των αντιαμερικανικών πολιτικών κύκλων σε Καναδά και Μεξικό. Πιθανώς οι δραστηριότητες των λόμπυ της ευρασιατικής διασποράς στις Η.Π.Α να στραφούν και προς αυτή την κατεύθυνση.


3. Ευρασιατισμός και εσωτερική πολιτική


Η εσωτερική πολιτική του ευρασιατισμού θα ακολουθήσει κάποιες βασικές κατευθύνσεις.

Η ένταξη των χωρών της Κ.Α.Κ. σε μια Ευρασιατική Ένωση είναι η βασική στρατηγική μέριμνα του ευρασιατισμού. Η ελάχιστη στρατηγική προϋπόθεση που είναι απαραίτητη για να ξεκινήσει μια σοβαρή διεθνής δραστηριότητα για τη δημιουργία ενός πολυπολικού κόσμου δεν είναι η Ρωσική Ομοσπονδία, αλλά το να ληφθούν οι της Κ.Α.Κ. σαν μια αυτόνομη στρατηγική πραγματικότητα, δεμένη με κοινή θέληση και κοινούς πολιτισμικούς σκοπούς. Το πολιτικό σύστημα του Ευρασιατισμού βασίζεται λογικά σε μια «συμμετοχική δημοκρατία», η έμφαση της οποίας θα πέσει όχι στην ποσότητα, αλλά στην ποιότητα των αντιπροσώπων. Η αντιπροσωπευτική εξουσία θα πρέπει να αντικατοπτρίζει την ποιοτική δομή της ευρασιατικής κοινωνίας, αντί για τους μέσους στατιστικούς δείκτες που βασίζονται στις προεκλογικές εκτιμήσεις. Ειδική προσοχή πρέπει να δοθεί στους αντιπροσώπους των εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων.


Η «συμμετοχική δημοκρατία» πρέπει να είναι οργανικά συνδεδεμένη με ένα σημαντικό βαθμό ατομικής υπευθυνότητας που να εκφράζεται όσο το δυνατόν περισσότερο στις στρατηγικές περιοχές. Ο ανώτερος ηγέτης της Ευρασιατικής ΄Ενωσης πρέπει να συγκεντρώνει την δύναμη και την θέληση για την ευημερία του κράτους.


Η αρχή της κοινωνικής προσταγής θα πρέπει να συνδυάζεται με την αρχή της προσωπικής ελευθερίας, σε μια αναλογία κατ’ ουσίαν διαφορετική τόσο από των φιλελεύθερων-δημοκρατικών συνταγών όσο και από των Μαρξιστικών. Ο Ευρασιατισμός προϋποθέτει την διατήρηση μιας σαφούς ισορροπίας, με τον δημόσιο παράγοντα να παίζει σημαντικό ρόλο.


Σε γενικές γραμμές, η ενεργή ανάπτυξη της κοινωνικής αρχής είναι ένα σταθερό χαρακτηριστικό της ευρασιατικής πολιτικής. Διαφαίνεται στην ψυχολογία μας, στην ηθική και στην θρησκεία μας. Αλλά, εν αντιθέσει με τις Μαρξιστικές αντιλήψεις, η κοινωνική αρχή θα πρέπει να εφαρμόζεται ποιοτικά και με διαφοροποιήσεις σε σχέση με το κάθε εθνικό, ψυχολογικό, πολιτισμικό και θρησκευτικό πλαίσιο. Η κοινωνική αρχή δεν πρέπει να καταπνίγει, αλλά να ενισχύει την ιδιωτική πρωτοβουλία, δίνοντάς της ένα ποιοτικό υπόβαθρο.


Η ποιοτική κατανόηση του κοινωνικού παράγοντα επιτρέπει τον ακριβή ορισμό της χρυσής τομής μεταξύ του υπερ-ατομισμού της καπιταλιστικής Δύσης και του υπερ-κολλεκτιβισμού της σοσιαλιστικής Ανατολής.

Στο διοικητικό του σύστημα, ο ευρασιατισμός αποτελείται από ένα μοντέλο «ευρασιατικής ομοσπονδίας». Αυτό προϋποθέτει την επιλογή σαν βασικές κατηγορίες για το χτίσιμο της ομοσπονδίας, όχι τις περιοχές, αλλά τις εθνότητες. Έχοντας διαχωρίσει την αρχή της εθνοπολιτισμικής αυτονομίας από την τοπική αρχή, η ευρασιατική ομοσπονδία θα διαλύσει για πάντα τους διαχωριστικούς παράγοντες. Έτσι, σαν αποζημίωση, οι λαοί της ευρασιατικής ομοσπονδίας θα λάβουν τη δυνατότητα της μεγαλύτερης δυνατής ανάπτυξης της εθνικής, θρησκευτικής, και σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, νομικής και διοικητικής ανεξαρτησίας. Η αδιαμφισβήτητη στρατηγική ενότητα της ευρασιατικής ομοσπονδίας συνοδεύεται από εθνικό πλουραλισμό, με έμφαση στο νομικό στοιχείο των «δικαιωμάτων των λαών».


Ο στρατηγικός έλεγχος του χώρου της Ευρασιατικής Ένωσης εξασφαλίζεται από την διοικητική ενότητα ομοσπονδιακών στρατηγικών περιοχών, στη σύνθεση των οποίων μπορούν να εισέλθουν διάφοροι συνδυασμοί, από εθνικοί / πολιτισμικοί ως εδαφικοί. Η άμεση διαφοροποίηση των περιοχών σε διάφορα επίπεδα θα ενισχύσει την ελαστικότητα, την προσαρμοστικότητα και τον πλουραλισμό στο διοικητικό σύστημα, σε συνδυασμό με αυστηρό συγκεντρωτισμό στο στρατηγικό επίπεδο.

Η ευρασιατική κοινωνία μπορεί να ιδρυθεί με βάση την αρχή μια ανανεωμένης ηθικής που κατέχει κοινά στοιχεία και φόρμες που συνδέονται με τη μοναδικότητα των εθνοτικών ομάδων. Οι αρχές της φυσικότητας, της αγνότητας, του περιορισμού, του σεβασμού για τους κανόνες, της υπευθυνότητας, της υγιούς διαβίωσης, της δικαιοσύνης και της αλήθειας είναι κοινές σε όλες τις παραδόσεις τις Ευρασίας. Αυτές οι αδιαμφισβήτητες ηθικές αξίες πρέπει να προαχθούν σε κρατικές αξίες. Οι σκανδαλώδεις κοινωνικές ανωμαλίες και η αναιδής και βίαιη παραβίαση των ηθικών αρχών πρέπει να ξεριζωθούν χωρίς έλεος.


Οι ένοπλες δυνάμεις της Ευρασίας και οι αρμόδιες πολιτικές αρχές πρέπει να εκλαμβάνονται ως ο στρατηγικός σκελετός του πολιτισμού. Ο κοινωνικός ρόλος των στρατών πρέπει να αυξηθεί και είναι απαραίτητο να επανορθωθεί το δημόσιος σεβασμός και το κύρος τους.

Στο δημογραφικό πεδίο, είναι απαραίτητο να ενισχύσουμε τον «πολλαπλασιασμό του ευρασιατικού πληθυσμού» ενθαρρύνοντας ηθικά, υλικά και ψυχολογικά την τεκνοποιία, ανάγοντάς την σε ευρασιατική κοινωνική σταθερά.


Στον τομέα της εκπαίδευσης είναι απαραίτητο να ενισχύσουμε την ηθική και επιστημονική κατάρτιση της νεολαίας στο πνεύμα της πίστης στις ιστορικές ρίζες, της αφοσίωσης στην ευρασιατική ιδέα, στην υπευθυνότητα, την ανδρεία και την δημιουργική δραστηριότητα.


Η δραστηριότητα του τομέα της πληροφόρησης στην ευρασιατική κοινωνία θα πρέπει να βασίζεται στην αυστηρή προώθηση των πολιτισμικών προτεραιοτήτων, όταν θα διαφωτίζει τα εγχώρια και ξένα δρώμενα. Οι αρχές της διαμόρφωσης και της πνευματικής και ηθικής διαπαιδαγώγησης θα πρέπει να τίθενται πάνω από τις αρχές της διασκέδασης και του εμπορικού κέρδους. Η αρχή της ελευθερίας λόγου θα πρέπει να συνδυάζεται με την υπευθυνότητα στην ελεύθερη έκφραση του λόγου.


Ο Ευρασιατισμός προϋποθέτει τη δημιουργία μιας κινητοποιημένης κοινωνίας όπου οι αρχές της δημιουργίας και του κοινωνικής βελτιστοποίησης θα είναι οι σταθερές για την ανθρώπινη ζωή. Στην βάση της ευρασιατικής προσέγγισης στα κοινωνικά ερωτήματα βρίσκεται η αρχή της ισορροπίας μεταξύ κράτους και ιδιώτη. Η ισορροπία αυτή ορίζεται από την ακόλουθη λογική: όλες οι βαθμίδες που σχετίζονται με την στρατηγική σφαίρα (το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα, η εκπαίδευση, η ασφάλεια, η ειρήνη, η ηθική και σωματική υγεία των μελών ενός Έθνους, η δημογραφία, η οικονομική ανάπτυξη, κλπ) ελέγχονται αποκλειστικά από το Κράτος.


Η μικρομεσαία παραγωγή, οι υπηρεσίες, η ιδιωτική ζωή, η βιομηχανία της διασκέδασης και οι δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου, δεν ελέγχονται μόνο από το Κράτος, αλλά αντίθετα και από την προσωπική και ιδιωτική πρωτοβουλία (εκτός από μεμονωμένες περιπτώσεις όπου η τελευταία συγκρούεται με τις στρατηγικές προσταγές του Ευρασιατισμού σε παγκόσμιο επίπεδο).


4) Ευρασιατισμός και οικονομία


Εν αντιθέσει με τον Φιλελευθερισμό και το Μαρξισμό, ο Ευρασιατισμός δεν βλέπει την οικονομική σφαίρα ούτε ως αυτόνομο ούτε ως καθοριστικό για τις κοινονικοπολιτικές και κρατικές διεργασίες, παράγοντα. Σύμφωνα με την ευρασιατική άποψη, οι οικονομική δραστηριότητα δεν είναι παρά μια λειτουργία των διάφορων πολιτισμικών, κοινωνικών, πολιτικών, ψυχολογικών και ιστορικών πραγματικοτήτων. Μπορούμε να εκφράσουμε την ευρασιατική σχέση με την οικονομία παραφράζοντας το Ευαγγέλιο «όχι ο άνθρωπος για την οικονομία, αλλά η οικονομία για τον άνθρωπο». Μια τέτοια σχέση με την οικονομία μπορεί να χαρακτηριστεί ποιοτική: η ώθηση βασίζεται όχι πάνω σε επίσημους ψηφιακούς δείκτες οικονομικής ανάπτυξης, αλλά σε ένα ευρύτερο φάσμα δεικτών όπου η οικονομική δύναμη υπολογίζεται και με βάση άλλους παράγοντες που έχουν κοινωνικό χαρακτήρα. Κάποιοι οικονομολόγοι (όπως ο Joseph Schumpeter) έχουν ήδη αποπειραθεί μα εισάγουν ποιοτικές παραμέτρους στα οικονομικά, διαχωρίζοντας τα κριτήρια της απλής οικονομικής αύξησης με την οικονομική ανάπτυξη.


Ο Ευρασιατισμός προσεγγίζει το θέμα από μια ακόμα ευρύτερη οπτική γωνία: αυτό που μετράει δεν είναι μόνο η οικονομική ανάπτυξη, αλλά η οικονομική ανάπτυξη σε συνδυασμό με την κοινωνική ανάπτυξη.

Η ευρασιατική προσέγγιση της οικονομίας μπορεί να εκφραστεί απλοποιημένα ως εξής: κρατικός έλεγχος στους στρατηγικούς βραχίονες (βιομηχανικο-στρατιωτικό σύμπλεγμα, φυσικά μονοπώλια και τα συναφή) και μεγιστοποιημένη οικονομική ελευθερία για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.


Το βασικό στοιχείο της ευρασιατικής οικονομικής προσέγγισης είναι η ιδέα της επίλυσης ενός σημαντικού αριθμού ρωσικών εθνικών και οικονομικών προβλημάτων μέσα στα πλαίσια της ευρασιατικής εξωτερικής πολιτικής. Μερικές γεωπολιτικές ενότητες που έχουν ζωτικό ενδιαφέρον για την πολυπολικότητα του κόσμου, όπως πρώτα απ’ όλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ιαπωνία, διαθέτουν τεράστιο οικονομικό και τεχνολογικό δυναμικό και η συμμετοχή τους μπορεί να αλλάξει δραστικά το κλίμα της οικονομίας στη Ρωσία. Στο παρόν στάδιο πρέπει, δυστυχώς, να παραδεχτούμε πως η Ρωσία δεν διαθέτει τους απαραίτητους πόρους για (ούτε καν μερική) αυτάρκεια. Συνεπώς, οι επενδύσεις και άλλες συναλλαγές με τις οικονομικά ανεπτυγμένες περιοχές, είναι ζωτικής σημασίας για μας. Αυτές οι συναλλαγές θα πρέπει αρχικά να σχεδιάζονται περισσότερο πάνω σε ογκομετρική λογική παρά βάσει στενών οικονομικών σχέσεων –επενδύσεις, πιστώσεις, εισαγωγές-εξαγωγές, ενεργειακές μεταφορές, κλπ. Όλα αυτά θα πρέπει να τίθενται στο ευρύτερο πλαίσιο κοινών στρατηγικών στόχων – όπως η κοινή αφομοίωση ζωτικού χώρου ή η δημιουργία ενοποιημένων ευρασιατικών συγκοινωνιών και πληροφορικών συστημάτων.


Κατά κάποιο τρόπο η Ρωσία πρέπει να εναποθέσει το βάρος της οικονομικής της αναγέννησης στους συνέταιρους του «κλαμπ των υποστηρικτών της πολυπολικότηττας», χρησιμοποιώντας γι’ αυτό το σκοπό ενεργά την πιθανότητα προσφοράς εξαιρετικά βολικών κοινών μεταφορικών μέσων (η «υπερ-ευρασιατική οδός») ή ζωτικών ενεργειακών πόρων για την Ευρώπη και την Ιαπωνία.


Ένα σχετικό πρόβλημα είναι η επιστροφή του κεφαλαίου στην Ρωσία. Ο Ευρασιατισμός παραθέτει πολύ σοβαρούς λόγους γι’ αυτό το θέμα. Η Ρωσία που βρίσκεται σε σύγχυση από την περίοδο των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων που αντιμετωπίζει τον εαυτό της με δυσπιστία και πέφτει θύμα των ψυχώσεων της ιδιωτικοποίησης και της διαφθοράς, και η Ευρασιατική, πατριωτική και κρατικοποιημένη Ρωσία των αρχών του 21ου αιώνα, βρίσκονται σε διαμετρική αντίθεση.


Το κεφάλαιο έφυγε αφήνοντας μια αδύναμη και καταρρέουσα Ρωσία. Σε μια Ρωσία που βρίσκεται σε μια πορεία δύναμης και ανάρρωσης, το κεφάλαιο πρέπει να επιστρέψει.

Στις δυτικές χώρες τα περισσότερα κεφάλαια που προέρχονται από τη Ρωσία δεν μπορούν ούτε να διασωθούν ούτε να αναπτυχθούν. Στις αρχές τις δεκαετίας του ’90, η Δύση ενέκρινε τον αποκλεισμό ρωσικών κεφαλαίων (κυρίως προερχόμενων από δραστηριότητες του υποκόσμου), πιστεύοντας, σύμφωνα με την ψυχροπολεμική λογική, πως η αποδυνάμωση της μετα-κομμουνιστικής Ρωσίας θα την καθιστούσε παίγνιο στα χέρια των χωρών του ΝΑΤΟ. Τώρα η κατάσταση έχει αλλάξει δραστικά, και υπό τις παρούσες συνθήκες θα δημιουργηθούν προβλήματα (που έχουν παρεμπιπτόντως ήδη εμφανιστεί) για τους κατόχους παράνομου κεφαλαίου στην Δύση.


Η ευρασιατική λογική αποσκοπεί στην δημιουργία των πιο ευνοϊκών συνθηκών για την επιστροφή αυτών των κεφαλαίων στη Ρωσία, που από μόνα τους θα αποτελέσουν σημαντική ώθηση για την ανάπτυξη της οικονομίας. Εν αντιθέσει με τις πεποιθήσεις κάποιων αφηρημένων, αμιγώς φιλελεύθερων δογμάτων, το κεφάλαιο επιστρέφει πιο γρήγορα σε ένα κράτος με ισχυρή και υπολογίσιμη εξουσία και ακριβή στρατηγικό προσανατολισμό, παρά σε μια ανεξέλεγκτη, χαοτική και ασταθή χώρα.


5. Το ευρασιατικό μονοπάτι


Ο Ευρασιατισμός είναι το μοντέλο που ανταποκρίνεται πιο πιστά στα στρατηγικά ενδιαφέροντα της μοντέρνας Ρωσίας. Προσφέρει απαντήσεις στα πιο δύσκολα ερωτήματα και προσφέρει διεξόδους ακόμα και στις πιο πολύπλοκες καταστάσεις. Ο Ευρασιατισμός συνδυάζει την διαλλακτικότητα και το διάλογο με την πίστη στις ιστορικές ρίζες και την συνεπακόλουθη προώθηση των εθνικών συμφερόντων. Προσφέρει μια σταθερή ισορροπία μεταξύ του Ρωσικού εθνικού ιδεώδους και των δικαιωμάτων όλων των λαών που κατοικούν σε ρωσικά εδάφη και στην ευρύτερη ευρασιατική ζώνη.


Μερικά μεμονωμένα στοιχεία της ευρασιαστικής πολιτικής χρησιμοποιούνται ήδη από τις Ρωσικές αρχές και στρέφονται προς δημιουργικές λύσεις των δύσκολων προβλημάτων που η Ρωσία έχει να αντιμετωπίσει τον επερχόμενο αιώνα. Και κάθε φορά που αυτό συμβαίνει, η επάρκεια, η αποτελεσματικότητα και τα σοβαρά στρατηγικά αποτελέσματα μιλάνε από μόνα τους. Οι διαδικασίες ενσωμάτωσης των χωρών της Κ.Α.Κ., η δημιουργία της Ευρασιατικής Οικονομικής Κοινοπολιτείας, τα πρώτα βήματα της νέας εξωτερικής πολιτικής της Ρωσικής Ομοσπονδίας σχετικά με την Ευρώπη, την Ιαπωνία, το Ιράν και τις εγγύς χώρες της Ανατολής, η δημιουργία ενός συστήματος ομοσπονδιακών περιοχών, η ισχυροποίηση της κάθετης διάταξης εξουσίας, η αποδυνάμωση των ολιγαρχικών ομάδων, η πατριωτική και κρατική πολιτική και η αύξηση της ευθύνης στην δουλειά των ΜΜΕ –όλα αυτά είναι σχετικά και ουσιαστικά στοιχεία του Ευρασιατισμού. Για την ώρα αυτά τα στοιχεία είναι αναμεμιγμένα με τα αδρανή στοιχεία των άλλων δύο τάσεων (φιλελευθερο-δημοκρατικών και σοβιετικών). Και παρ’ όλα αυτά είναι απόλυτα ξεκάθαρο πως ο Ευρασιατισμός προχωρά σταθερά προς την αποκορύφωση, ενώ οι άλλες δύο τάσεις περιορίζονται στη διαμάχη της οπισθοφυλακής.


Η ενίσχυση του ρόλου του Ευρασιατισμού στη Ρωσική πολιτική είναι μια σταδιακή και εξελικτική διαδικασία. Έχει έρθει, όμως, ήδη ο καιρός για μια πιο προσεκτική και υπολογίσιμη διάδοση αυτής της πραγματικά παγκόσμιας θεωρίας, της οποίας η μεταμόρφωση σε πολιτική και κοσμοθεωρητική πρακτική λαμβάνει χώρα μπροστά στα μάτια μας.


Ο πολυ-πολικός κόσμος του Κόμματος της Ευρασίας.